6/12/15

Δος ημίν σήμερον…


Τις τελευταίες ημέρες στο επίκεντρο της πολιτικής σκηνής έχει έρθει η συζήτηση για τη μεταρρύθμιση στο ασφαλιστικό σύστημα. Η συζήτηση αυτή στρέφεται κυρίως γύρω από τις άμεσες επιπτώσεις, όπως η αναπροσαρμογή των συντάξεων για τους σημερινούς συνταξιούχους. Είναι ελάχιστοι αυτοί που ασχολούνται με τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος, καθώς και τις συντάξεις που θα αναλογούν στις επόμενες γενιές.

Μια καλύτερη ανάλυση των δεδομένων αποδεικνύει ότι το συνταξιοδοτικό σύστημα μεταρρυθμίζεται υπέρ των σημερινών συνταξιούχων σε σχέση με αυτούς των μελλοντικών γενεών. Το φαινόμενο αυτό δεν αποτελεί μόνο ελληνική πραγματικότητα, αλλά είναι μια γενικευμένη τάση και στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης.

Πρόσφατα δημοσιεύτηκε, μάλιστα, μία ενδιαφέρουσα μελέτη του Bruegel think tank που έρχεται να υποστηρίξει το συγκεκριμένο συμπέρασμα. Η συγκεκριμένη μελέτη βασίζεται στον δείκτη της μέσης σύνταξης προς τον μέσο καθαρό μισθό. Με βάση τη μελέτη ένα δίκαιο ασφαλιστικό σύστημα πρέπει να φροντίζει ο δείκτης αυτός να είναι τουλάχιστον ίσος για την επόμενη γενιά.

Ο συγκεκριμένος δείκτης για την Ελλάδα το 2007 ήταν στο 73% με πρόβλεψη να αυξηθεί στο 80% το 2060. Δηλαδή το 2007 η μέση σύνταξη ήταν το 73% του μέσου καθαρού μισθού με πρόβλεψη το 2060 να είναι το 80%. Αυτό σημαίνει ότι σε ένα υποθετικό παράδειγμα όπου το 2007 ο μέσος καθαρός μισθός ήταν 1000 ευρώ, τότε η μέση σύνταξη θα ήταν 730 ευρώ με πρόβλεψη το 2060 να γίνει 800 ευρώ για 1000 ευρώ μέσου καθαρού μισθού. Το 2013 ο δείκτης έπεσε στο 58%, λόγω της μείωσης των συντάξεων με πρόβλεψη να μειωθεί περαιτέρω στο 44% το 2060.

Με απλά λόγια η σημερινή γενιά έχει υποστεί σημαντικές μειώσεις στις συντάξεις της, αλλά η γενική πολιτική της Ελλάδας και της Ευρώπης είναι να μετατοπίσει ακόμα μεγαλύτερα βάρη στις επόμενες γενιές. Ακόμα πιο παράδοξο είναι το γεγονός ότι η σημερινή γενιά Ελλήνων εργαζομένων πληρώνει πολύ υψηλότερες εισφορές από αυτές που πλήρωνε στο παρελθόν ένας σημερινός συνταξιούχος.

Η εικόνα της μετατόπισης βαρών είναι γενικευμένη στην Ευρώπη, αλλά η Ελλάδα επιβαρύνεται και για αρκετούς επιπλέον λόγους. Σημαντικός παράγοντας είναι τα υψηλά ποσοστά ανεργίας, αλλά και η αδήλωτη εργασία που έχει ως συνέπεια τη μείωση των καταβαλλόμενων εισφορών στα ασφαλιστικά ταμεία. Επίσης, σημαντική σημασία έπαιξε το γεγονός ότι οι κυβερνήσεις των τελευταίων ετών περίτεχνα «έκλεισαν το μάτι» σε χιλιάδες εργαζόμενους προκειμένου να βγουν πρόωρα στη σύνταξη, εξυπηρετώντας παράλληλα και τη μείωση του αριθμού των υπαλλήλων του δημόσιου τομέα.

Η κατάσταση είναι οριακή, αλλά σίγουρα υπάρχει περιθώριο για εξεύρεση λύσεων. Το ζητούμενο σε βραχυπρόθεσμο ορίζονται είναι ο εξορθολογισμός των συντάξεων με κριτήριο τον ισοσκελισμό των βαρών μεταξύ των γενεών, καθώς και η παροχή κινήτρων για τη μείωση της αδήλωτης εργασίας.

Μακροπρόθεσμα το κλειδί είναι η παιδεία, η οποία θα δημιουργήσει μια ικανή γενιά που με όπλο τη γνώση θα μπορέσει να μπει δυναμικά στον εργασιακό χώρο και κατά συνέπεια να κρατήσει ζωντανά τα ταμεία με τις εισφορές της.

Το μόνο σίγουρο είναι ότι το συνταξιοδοτικό σύστημα είναι ένα από τα μεγάλα προβλήματα της Ελλάδας, το οποίο μπορεί να κουκουλώνεται πολύ εύκολα, χωρίς τη λήψη μακρόπνοων πολιτικών αποφάσεων. Αυτό που διευκολύνει όλες τις κυβερνήσεις είναι το γεγονός ότι η πολιτική απραξία στο συγκεκριμένο θέμα δεν έχει καμία άμεση επίπτωση και εξυπηρετεί τα μικροκομματικά συμφέροντα του άτολμου πολιτικού μας συστήματος, ζημιώνοντας, όμως, τις επόμενες γενιές.

Αυτή τη στιγμή παρακολουθούμε ένα δημόσιο διάλογο που στρέφεται κατά κύριο λόγο γύρω από τους σημερινούς συνταξιούχους, χωρίς να δίνεται βαρύτητα στις επόμενες γενιές. Είναι ένας κοντόφθαλμος σχεδιασμός χωρίς προοπτική. «Δος ημίν σήμερον» δηλαδή και για τις επόμενες γενιές έχει ο Θεός.

Είναι η φιλοσοφία που επικρατεί άλλωστε στη χάραξη κυβερνητικής πολιτικής στην μεταπολιτευτική ιστορία μας. Η πλειοψηφία των κυβερνητικών μεταρρυθμίσεων πραγματοποιείται με γνώμονα το μικροπολιτικό συμφέρον που θα εξασφαλίζει την επικράτηση στις εκλογικές αναμετρήσεις. Η αντιπολίτευση, από την άλλη, είναι αδύναμη να αναδείξει τα μείζονα ζητήματα.

Η Ελλάδα, ακολουθώντας την Ευρώπη, δείχνει την εχθρική της στάση στις επόμενες γενιές. Το πολιτικό σύστημα καλείται να αναλογιστεί το σημείο στο οποίο βρισκόμαστε και να νομοθετήσει έχοντας ως πρώτιστο κριτήριο αυτό της αλληλεγγύης γενεών.